Αναζήτησες τη λέξη "κύμα" στα Ελληνικά κύμα κύμα (το) (Ουσιαστικό)(κύ-μα, γεν. -ατος,πληθ. -ατα, γεν. -άτων)ΠαραδείγματαΤα κύματα χτυπούσαν δυνατά τα βράχια. Δεν πήγαμε για μπάνιο, γιατί είχε πολύ κύμα. Μου αρέσει να κολυμπάω, όταν έχει μεγάλα κύματα. 626.mp3 valë(Emër)(va-lë, gj. -ës,sh. -ët, gj. -ëve)ShembujValët godisnin shkëmbinjtë. Nuk shkuam për not, sepse kishte shumë valë. Më pëlqen të notoj, kur ka valë të mëdha. 626.mp3 волна(Существительное)(вол-на, γεν. -ы,πληθ. -ы)ПримерыВолны с силой бились о скалы. Мы не пошли купаться, потому что были сильные волны. Мне нравится плавать, когда большие волны. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я