Αναζήτησες τη λέξη "κόρνα" στα Ελληνικά κόρνα κόρνα (η) (Ουσιαστικό)(κόρ-να, γεν. -ας,πληθ. -ες)ΠαραδείγματαΠατούσε συνέχεια την κόρνα, για να του ανοίξουν τον δρόμο. Του έκανε δώρο μια κόρνα για το ποδήλατο. Οι κόρνες κάνουν πολύ θόρυβο. 575.mp3 bori(Emër)(bo-ri, gj. -së,sh. -të, gj. -ive)ShembujI binte vazhdimisht borisë,që t'i hapnin rrugën. I bëri dhuratë një bori për biçikletën. Boritë bëjnë shumë zhurmë. 575.mp3 гудок(Существительное)(гу-док, γεν. -а,πληθ. -и, γεν. -ов)ПримерыОн все время нажимал на гудок, чтобы ему открыли дорогу. Он ему сделал подарок - гудок для велосипеда. Гудки создают сильный шум. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я