Αναζήτησες τη λέξη "κυνηγώ" στα Ελληνικά
|   |   |   | 
|---|---|---|
| κυνηγώ κυνηγώ (Ρήμα) (ενεστ. κυ-νη-γώ, αόρ. κυνήγησα,  | 627.mp3   ndjek (Folje) (e tashme ndjek/gju-aj, e kr. thj v. ndoqa/gjuajta,  | 627.mp3   преследовать (Глагол) (ενεστ. пре-сле-до-вать, αόρ. преследовал (муж.), -а (жен.), -о (ср.),  | 

 Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!
Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!