Αναζήτησες τη λέξη "κρύβω" στα Ελληνικά
κρύβω κρύβω (Ρήμα) (ενεστ. κρύ-βω, αόρ. έκρυψα, | 612.mp3 fsheh (Folje) (e tashme fsheh, e kr. thj v. fsheha, | 612.mp3 прятать (Глагол) (ενεστ. пря-тать, αόρ. спрятал (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |
Αναζήτησες τη λέξη "κρύβω" στα Ελληνικά
κρύβω κρύβω (Ρήμα) (ενεστ. κρύ-βω, αόρ. έκρυψα, | 612.mp3 fsheh (Folje) (e tashme fsheh, e kr. thj v. fsheha, | 612.mp3 прятать (Глагол) (ενεστ. пря-тать, αόρ. спрятал (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |