Αναζήτησες τη λέξη "κρασί" στα Ελληνικά κρασί κρασί (το) (Ουσιαστικό)(κρα-σί, γεν. -ιού,πληθ. -ιά, γεν. -ιών)ΠαραδείγματαΤο βαρέλι με το κρασί είναι στο υπόγειο. Ο παππούς βγάζει κάθε χρόνο κόκκινο κρασί. Μου αρέσει πολύ το κόκκινο κρασί. 603.mp3 verë(Emër)(ve-rë, gj. -ës,sh. -at, gj. -ave)ShembujFuçia me verë është në bodrum. Gjyshi nxjerr çdo vit verë të kuqe. Më pëlqen shumë vera e kuqe. 603.mp3 вино (Существительное)(ви-но , γεν. -а,πληθ. -а)ПримерыБочка с вином стоит в подвале. Дедушка каждый год делает красное вино. Мне очень нравится красное вино. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я