Αναζήτησες τη λέξη "κολλώ" στα Ελληνικά
|   |   |   | 
|---|---|---|
| κολλώ κολλώ (Ρήμα) (ενεστ. κολ-λώ, αόρ. κόλλησα,  | 564.mp3 ngjit (Folje) (e tashme ngjit, e kr. thj v. ngjita,  | 564.mp3   клеить (Глагол) (ενεστ. кле-ить, αόρ. наклеил (муж.), -а (жен.), -о (ср.),  | 

 Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!
Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!