Αναζήτησες τη λέξη "κατεβαίνω" στα Ελληνικά
κατεβαίνω κατεβαίνω (Ρήμα) (ενεστ. κα-τε-βαί-νω, αόρ. κατέβηκα) | 509.mp3 zbres (Folje) (e tashme zbres, e kr. thj v. zbrita, | 509.mp3 спускаться (Глагол) (ενεστ. сле-зать, αόρ. слез (муж.), -ла (жен.), -ло (ср.)) |