Αναζήτησες τη λέξη "καλύπτω" στα Ελληνικά
|   |   |   | 
|---|---|---|
| καλύπτω καλύπτω (Ρήμα) (ενεστ. κα-λύ-πτω, αόρ. κάλυψα,  Παραδείγματα | 473.mp3 mbuloj (Folje) (e tashme mbu-loj, e kr. thj v. mbulova,  Shembuj | 473.mp3 покрывать (Глагол) (ενεστ. по-кры-вать, αόρ. покрыл (муж.), -а (жен.), -о (ср.),  | 

 Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!
Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!