Αναζήτησες τη λέξη "θερμοσίφωνας" στα Ελληνικά

θερμοσίφωνας θερμοσίφωνας (ο)

(Ουσιαστικό)

(θερ-μο-σί-φω-νας, γεν. -α,
πληθ. -ες, γεν. -ων)

435.mp3 termosifon

(Emër)

(ter-mo-si-fon, gj. -it,
sh. -at, gj. -ave)

435.mp3 термосифон

(Существительное)

(тер-мо-си-фон, γεν. -а,
πληθ. -ы, γεν. -ов)

Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!

Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh

Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я