Αναζήτησες τη λέξη "θεία" στα Ελληνικά
θεία θεία (η) (Ουσιαστικό) (θεί-α, γεν. -ας, πληθ. -ες, γεν. -ων) | 426.mp3 teze (Emër) (te-ze/ha-llë, gj. -es/ës, sh. -et/at, gj. -eve/ave) | 426.mp3 тётя (Существительное) (тё-тя, γεν. -и, πληθ. -и) |
Αναζήτησες τη λέξη "θεία" στα Ελληνικά
θεία θεία (η) (Ουσιαστικό) (θεί-α, γεν. -ας, πληθ. -ες, γεν. -ων) | 426.mp3 teze (Emër) (te-ze/ha-llë, gj. -es/ës, sh. -et/at, gj. -eve/ave) | 426.mp3 тётя (Существительное) (тё-тя, γεν. -и, πληθ. -и) |