Αναζήτησες τη λέξη "ζώνη" στα Ελληνικά
ζώνη ζώνη (η) (Ουσιαστικό) (ζώ-νη, γεν. -ης, πληθ. -ες, γεν. -ών) | 404.mp3 zonë (Emër) (zo-në/rrip, gj. -ës/it, sh. -at/at, gj. -ava/ave) | 404.mp3 пояс (Существительное) (по-яс, γεν. -а, πληθ. -а, γεν. -ов) |