Αναζήτησες τη λέξη "ζωντανός" στα Ελληνικά
ζωντανός ζωντανός, -ή, -ό (Επίθετο) (ζω-ντα-νός, γεν. -ού, -ής, -ού, πληθ. -οί, -ές, -ά) | 405.mp3 (i,e) gjallë (Mbiemër) ((i,e) gja-llë, (e,të) -ë, -a) | 405.mp3 живой, -ая, -ое (Прилагательное) (жи-вой, γεν. -ого, -ой, -ого, πληθ. -ые, -ые, -ые) |