Αναζήτησες τη λέξη "ευχαρίστηση" στα Ελληνικά
ευχαρίστηση ευχαρίστηση (η) (Ουσιαστικό) (ευ-χα-ρί-στη-ση, γεν. -ης) | 380.mp3 kënaqësi (Emër) (kë-na-që-si, gj. -së) | 380.mp3 удовольствие (Существительное) (у-до-воль-стви-е, γεν. -я, πληθ. -я, γεν. -й) |