Αναζήτησες τη λέξη "εμετός" στα Ελληνικά
![]() ![]() |
![]() ![]() |
![]() ![]() |
---|---|---|
εμετός εμετός (ο) (Ουσιαστικό) (ε-με-τός, γεν. -ού, πληθ. -οί, γεν. -ών) | 330.mp3 vjellje (Emër) (vje-llje, gj. -es, sh. -et, gj. -eve) | 330.mp3 рвота (Существительное) (рво-та, γεν. -ы, πληθ. -ы) |