Αναζήτησες τη λέξη "εγωιστής" στα Ελληνικά
εγωιστής εγωιστής (ο) (Ουσιαστικό) (ε-γω-ι-στής, γεν. -ή, πληθ. -ές, γεν. -ών) | 295.mp3 egoist (Emër) (e-go-i-st, gj. -it, sh. -ët , gj. -ëve ) | 295.mp3 эгоист (Существительное) (э-го-ист, γεν. -а, πληθ. -ы, γεν. -ов) |