Αναζήτησες τη λέξη "διώχνω" στα Ελληνικά
διώχνω διώχνω (Ρήμα) (ενεστ. διώ-χνω, αόρ. έδιωξα, | 272.mp3 zboj (Folje) (e tashme zboj, e kr. thj v. zbova, | 272.mp3 выгонять (Глагол) (ενεστ. вы-го-нять, αόρ. выгнал (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |
Αναζήτησες τη λέξη "διώχνω" στα Ελληνικά
διώχνω διώχνω (Ρήμα) (ενεστ. διώ-χνω, αόρ. έδιωξα, | 272.mp3 zboj (Folje) (e tashme zboj, e kr. thj v. zbova, | 272.mp3 выгонять (Глагол) (ενεστ. вы-го-нять, αόρ. выгнал (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |