Αναζήτησες τη λέξη "δημοτικός" στα Ελληνικά
δημοτικός δημοτικός, -ή, -ό (Επίθετο) (δη-μο-τι-κός, γεν. -ού, -ής, -ού, πληθ. -οί, -ές, -ά) | 242.mp3 popullor, -e (Mbiemër) (po-pu-llor, -ë, -e) | 242.mp3 муниципальный, -ая, -ое (Прилагательное) (му-ни-ци-паль-ный, γεν. -ого, -ой, -ого, πληθ. -ые, -ые, -ые) |