Αναζήτησες τη λέξη "δηλώνω" στα Ελληνικά
δηλώνω δηλώνω (Ρήμα) (ενεστ. δη-λώ-νω, αόρ. δήλωσα, | 237.mp3 deklaroj (Folje) (e tashme de-kla-roj, e kr. thj v. deklarova, | 237.mp3 заявлять (Глагол) (ενεστ. за-яв-лять, αόρ. заявил (муж.), -а (жен.), -о (ср.), |