Αναζήτησες τη λέξη "γνωστός" στα Ελληνικά
γνωστός γνωστός, -ή, -ό (Επίθετο) (γνω-στός, γεν. -ού, -ής, -ού, πληθ. -οί, -ές, -ά) | 200.mp3 (i,e) njohur (Mbiemër) ((i,e) njo-hur, (e,të) -r, -a) | 200.mp3 знакомый, -ая, -ое (Прилагательное) (зна-ко-мый, γεν. -ого, -ой, -ого, πληθ. -ые, -ые, -ые) |