Αναζήτησες τη λέξη "γκρεμίζω" στα Ελληνικά
|   |   |   | 
|---|---|---|
| γκρεμίζω γκρεμίζω (Ρήμα) (ενεστ. γκρε-μί-ζω, αόρ. γκρέμισα,  | 191.mp3 rrëzoj (Folje) (e tashme rrë-zoj, e kr. thj v. rrëzova,  | 191.mp3 рушить (Глагол) (ενεστ. ру-шить, αόρ. разрушил (муж.), -а (жен.), -о (ср.),  | 

 Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!
Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!