Αναζήτησες τη λέξη "γερός" στα Ελληνικά
γερός γερός, -ή, -ό (Επίθετο) (γε-ρός, γεν. -ού, -ής, -ού, πληθ. -οί, -ές, -ά) Παραδείγματα | 183.mp3 (i,e) fortë (Mbiemër) ((i,e) for-të, (e,të) -ë, -a) | 183.mp3 здоровый, -ая, -ое (Прилагательное) (здо-ро-вый, γεν. -ого, -ой, -ого, πληθ. -ые, -ые, -ые) Примеры |