Αναζήτησες τη λέξη "βλέπω" στα Ελληνικά
|   |   |   | 
|---|---|---|
| βλέπω βλέπω (Ρήμα) (ενεστ. βλέ-πω, αόρ. είδα,  | 142.mp3 shoh (Folje) (e tashme shoh, e kr. thj v. pashë,  | 142.mp3 видеть (Глагол) (ενεστ. ви-деть, αόρ. увидел (муж.), -а (жен.), -о (ср.),  | 
Αναζήτησες τη λέξη "βλέπω" στα Ελληνικά
|   |   |   | 
|---|---|---|
| βλέπω βλέπω (Ρήμα) (ενεστ. βλέ-πω, αόρ. είδα,  | 142.mp3 shoh (Folje) (e tashme shoh, e kr. thj v. pashë,  | 142.mp3 видеть (Глагол) (ενεστ. ви-деть, αόρ. увидел (муж.), -а (жен.), -о (ср.),  |