Αναζήτησες τη λέξη "βιτρίνα" στα Ελληνικά
βιτρίνα βιτρίνα (η) (Ουσιαστικό) (βι-τρί-να, γεν. -ας, πληθ. -ες, γεν. -ων) | 138.mp3 vitrinë (Emër) (vi-tri-në, gj. -ës, sh. -at, gj. -ave) | 138.mp3 витрина (Существительное) (вит-ри-на, γεν. -ы, πληθ. -ы) |