Αναζήτησες τη λέξη "βελόνα" στα Ελληνικά
|   |   |   | 
|---|---|---|
| βελόνα βελόνα (η) (Ουσιαστικό) (βε-λό-να, γεν. -ας, πληθ. -ες, γεν. -ων) | 126.mp3 gjilpërë (Emër) (gjil-pë-rë, gj. -ës, sh. -at, gj. -ave) | 126.mp3 игла (Существительное) (иг-ла, γεν. -ы, πληθ. -ы) | 

 Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!
Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!