Αναζήτησες τη λέξη "βαθμός" στα Ελληνικά
βαθμός βαθμός (ο) (Ουσιαστικό) (βαθ-μός, γεν. -ού, πληθ. -οί, γεν. -ών) | 107.mp3 notë (Emër/Emër) (no-të/gra-dë) | 107.mp3 оценка (Существительное) (о-цен-ка, γεν. -и, πληθ. -и, γεν. -ок) |
Αναζήτησες τη λέξη "βαθμός" στα Ελληνικά
βαθμός βαθμός (ο) (Ουσιαστικό) (βαθ-μός, γεν. -ού, πληθ. -οί, γεν. -ών) | 107.mp3 notë (Emër/Emër) (no-të/gra-dë) | 107.mp3 оценка (Существительное) (о-цен-ка, γεν. -и, πληθ. -и, γεν. -ок) |