Αναζήτησες τη λέξη "βαδίζω" στα Ελληνικά
βαδίζω βαδίζω (Ρήμα) (ενεστ. βα-δί-ζω, αόρ. βάδισα) | 105.mp3 eci (Folje) (e tashme e-ci, e kr. thj v. eca, | 105.mp3 шагать (Глагол) (ενεστ. ша-гать, αόρ. шагал (муж.), -а (жен.), -о (ср.)) |
Αναζήτησες τη λέξη "βαδίζω" στα Ελληνικά
βαδίζω βαδίζω (Ρήμα) (ενεστ. βα-δί-ζω, αόρ. βάδισα) | 105.mp3 eci (Folje) (e tashme e-ci, e kr. thj v. eca, | 105.mp3 шагать (Глагол) (ενεστ. ша-гать, αόρ. шагал (муж.), -а (жен.), -о (ср.)) |