Αναζήτησες τη λέξη "βέλος" στα Ελληνικά βέλος βέλος (το) (Ουσιαστικό)(βέ-λος, γεν. -ους,πληθ. -η, γεν. -ών)ΠαραδείγματαΤο βέλος βρήκε τον στόχο του. Το βέλος στην πινακίδα δείχνει αριστερά. 127.mp3 shigjetë(Emër)(shi-gje-të, gj. -ës,sh. -at, gj. -ave)ShembujShigjeta gjeti objektivin e saj. Shigjeta në tabelë tregon majtas. 127.mp3 стрела(Существительное)(стре-ла, γεν. -ы,πληθ. -ы)ПримерыСтрела нашла свою цель. Стрелка на табличке показывает налево. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я