Αναζήτησες τη λέξη "αυτί" στα Ελληνικά αυτί αυτί (το) (Ουσιαστικό)(αυ-τί, γεν. -ιού,πληθ. -ιά, γεν. -ιών)ΠαραδείγματαΟ ελέφαντας έχει μεγάλα αυτιά. Κρύωσα και πονάει το αυτί μου. Να έχεις τα αυτιά και τα μάτια σου ανοιχτά. 100.mp3 vesh(Emër)(vesh, gj. -it,sh. -ët, gj. -ëve)ShembujElefanti ka veshë të mëdhenj. U ftoha dhe më dhemb veshi im. Të kesh veshët dhe sytë e tu hapur. 100.mp3 ухо(Существительное)(у-хо, γεν. -а,πληθ. -и, γεν. -ей)ПримерыУ слона большие уши. Я простыл и у меня болит ухо. Будь осторожна. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я