Αναζήτησες τη λέξη "αστυνομία" στα Ελληνικά αστυνομία αστυνομία (η) (Ουσιαστικό)(α-στυ-νο-μί-α, γεν. -ας)ΠαραδείγματαΗ αστυνομία φροντίζει για την ασφάλεια των πολιτών. Η αστυνομία έπιασε τον κλέφτη. 94.mp3 polici(Emër)(po-li-ci, gj. -së,sh. -të, gj. -ive)ShembujPolicia kujdeset për sigurinë e qytetarëve. Policia kapi hajdutin. 94.mp3 полиция(Существительное)(по-ли-ци-я, γεν. -и)ПримерыПолиция заботится о безопасности граждан. Полиция поймала вора. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я