Αναζήτησες τη λέξη "αναστατώνω" στα Ελληνικά
|   |   |   | 
|---|---|---|
| αναστατώνω αναστατώνω (Ρήμα) (ενεστ. α-να-στα-τώ-νω, αόρ. αναστάτωσα,  | 71.mp3 alarmoj (Folje) (e tashme a-lar-moj, e kr. thj v. alarmova,  | 71.mp3   будоражить (Глагол) (ενεστ. будоражить, αόρ. взбудоражил (муж.), -а (жен.), -о (ср.),  | 

 Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!
Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!