Αναζήτησες τη λέξη "αναθέτω" στα Ελληνικά
αναθέτω αναθέτω (Ρήμα) (ενεστ. α-να-θέ-τω, αόρ. ανέθεσα, | 59.mp3 ngarkoj (Folje) (e tashme ngar-koj, e kr. thj v. ngarkova, | 59.mp3 возлагать (обязанности) (Глагол) (ενεστ. воз-ла-гать, αόρ. возложил (муж.), -а (жен.), -о (ср.), Примеры
|