Αναζήτησες τη λέξη "αγόρι" στα Ελληνικά
![]() ![]() |
![]() ![]() |
![]() ![]() |
---|---|---|
αγόρι αγόρι (το) (Ουσιαστικό) (α-γό-ρι, γεν. -ιού, πληθ. -ια, γεν. -ιών) | 10.mp3 djalë (Emër) (dja-lë, gj. -it, sh. -të, gj. -mve) | 10.mp3 мальчик (Существительное) (маль-чик, γεν. -а, πληθ. -и, γεν. -ов) |