Αναζήτησες τη λέξη "αγοράζω" στα Ελληνικά
|   |   |   | 
|---|---|---|
| αγοράζω αγοράζω (Ρήμα) (ενεστ. α-γο-ρά-ζω, αόρ. αγόρασα,  | 9.mp3 blej (Folje) (e tashme blej, e kr. thj v. bleva,  | 9.mp3 купить (Глагол) (ενεστ. ку-пить, αόρ. купил (муж.), -а (жен.), -о (ср.),  | 
Αναζήτησες τη λέξη "αγοράζω" στα Ελληνικά
|   |   |   | 
|---|---|---|
| αγοράζω αγοράζω (Ρήμα) (ενεστ. α-γο-ρά-ζω, αόρ. αγόρασα,  | 9.mp3 blej (Folje) (e tashme blej, e kr. thj v. bleva,  | 9.mp3 купить (Глагол) (ενεστ. ку-пить, αόρ. купил (муж.), -а (жен.), -о (ср.),  |