Αναζήτησες τη λέξη "αγγλικός" στα Ελληνικά
αγγλικός αγγλικός, -ή, -ό (Επίθετο) (αγ-γλι-κός, γεν. -ού, -ής, -ού, πληθ. -οί, -ές, -ά) | 6.mp3 anglez, -e (Mbiemër) (an-glez, -ë, -e) | 6.mp3 английский, -ая, -ое (Прилагательное) (анг-лий-ский, γεν. -ого, -ой, -ого, πληθ. -ие, -ие, -ие) |