Αναζήτησες τη λέξη "έξοδος" στα Ελληνικά έξοδος έξοδος (η) (Ουσιαστικό)(έ-ξο-δος, γεν. -ου,πληθ. -οι, γεν. -ων)ΠαραδείγματαΒγήκαμε από την έξοδο κινδύνου, όταν έπιασε φωτιά στο κτίριο. Απόψε το βράδυ οι γονείς μου έχουν έξοδο. Στην εθνική οδό υπάρχει έξοδος κινδύνου. Η έξοδος είναι στο πίσω μέρος του σχολείου. 338.mp3 dalje(Emër)(dal-je, gj. -es,sh. -et, gj. -eve)ShembujDolëm nga dalja emergjence, kur ndërtesa kapi zjarr. Sonte në darkë prindërit e mi kanë dalje. Në autostradë ka një dalje rreziku. Dalja është në pjesën e prapme të shkollës. 338.mp3 выход(Существительное)(вы-ход, γεν. -а,πληθ. -ы, γεν. -ов)ПримерыМы вышли из запасного выхода, когда загорелось здание. Сегодня вечером мои родители идут гулять. На автомагистрали есть запасный выезд. Выход находится в задней части школы. Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!Ελληνικά: Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Αλβανικά: A B C Ç D Dh E Ë F G Gj H I J K L Ll M N Nj O P Q R Rr S Sh T Th U V X Xh Y Z Zh Ρωσικά: А Б В Г Д Е Ё Ж З И Й К Л М Н О П Р С Т У Ф Х Ц Ч Ш Щ Ъ Ы Ь Э Ю Я