Αναζήτησες τη λέξη "άσχημος" στα Ελληνικά
άσχημος άσχημος, -η, -ο (Επίθετο) (ά-σχη-μος, γεν. -ου, -ης, -ου, πληθ. -οι, -ες, -α) | 96.mp3 (i,e) shëmtuar (Mbiemër) ((i,e) shëm-tu-ar, (e.të) -r, -a) | 96.mp3 ужасный, -ая, -ое (Прилагательное) (у-жас-ный, γεν. -ого, -ой, -ого, πληθ. -ые, -ые, -ые) |