Αναζήτησες τη λέξη "tërmet" στα Αλβανικά
994.mp3 tërmet (Emër) (tër-met, gj. -it, sh. -et, gj. -eve) | σεισμός σεισμός (ο) (Ουσιαστικό) (σει-σμός, γεν. -ού, πληθ. -οί, γεν. -ών) | 994.mp3 землетрясение (Существительное) (зем-ле-тря-се-ни-е, γεν. -я, πληθ. -я, γεν. -й) |