Αναζήτησες τη λέξη "seli" στα Αλβανικά
297.mp3 seli (Emër/Emër) (sel-i/ka-te-dër/fu-shë) | έδρα έδρα (η) (Ουσιαστικό) (έ-δρα, γεν. -ας, πληθ. -ες, γεν. -ών) | 297.mp3 кресло (Существительное) (крес-ло, γεν. -а, πληθ. -а) |
Αναζήτησες τη λέξη "seli" στα Αλβανικά
297.mp3 seli (Emër/Emër) (sel-i/ka-te-dër/fu-shë) | έδρα έδρα (η) (Ουσιαστικό) (έ-δρα, γεν. -ας, πληθ. -ες, γεν. -ών) | 297.mp3 кресло (Существительное) (крес-ло, γεν. -а, πληθ. -а) |