Αναζήτησες τη λέξη "këmbë" στα Αλβανικά
|   |   |   | 
|---|---|---|
| 942.mp3 këmbë (Emër) (kë-mbë, gj. -ës, sh. -ët, gj. -ëve) | πόδι πόδι (το) (Ουσιαστικό) (πό-δι, γεν. -ιού, πληθ. -ια, γεν. -ιών) Παραδείγματα | 942.mp3 нога (Существительное) (но-га, γεν. -и, πληθ. -и) | 

 Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!
Μπορείς να ψάξεις λέξεις με βάση το αρχικό τους γράμμα!