Αναζήτησες τη λέξη "fëmijë" στα Αλβανικά
876.mp3 fëmijë (Emër) (fë-mi-jë, gj. -ës, sh. -ët, gj. -ëve) | παιδί παιδί (το) (Ουσιαστικό) (παι-δί, γεν. -ιού, πληθ. -ιά, γεν. -ιών) | 876.mp3 ребёнок (Существительное) (ре-бё-нок, γεν. -а, πληθ. -и, γεν. -ей) |