Η ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΜΟΥΣΕΙΑΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
9
κράτη προέλευσης των μεταναστών
1
.
Η εξέλιξη της πολιτικής για τη διαπολιτισμική εκπαίδευση στις μεγάλες χώρες υποδοχής μεταναστών –Αγγλία, Γαλλία, τότε Δυτική
Γερμανία– ακολούθησε περίπου την ίδια πορεία. Στην αρχή επιχειρήθηκε η αφομοίωση των παιδιών των μεταναστών στην κυρίαρχη
κουλτούρα. Αργότερα καταβλήθηκαν προσπάθειες για την ένταξή τους στο εκπαιδευτικό σύστημα μέσω της υιοθέτησης της γλωσσι-
κής και πολιτισμικής πολλαπλότητας στο αναλυτικό πρόγραμμα. Πληθυσμός-στόχος ήταν οι αδύνατοι μαθητές που αποτύγχαναν και
που θεωρήθηκε ότι θα είχαν οφέλη από ένα νέο, πολιτισμικά διαφοροποιημένο, αναλυτικό πρόγραμμα και από συναφές διδακτικό
υλικό. Ωστόσο, όλες σχεδόν οι παραπάνω προσπάθειες είχαν έντονο φολκλορικό χαρακτήρα.
Η κριτική που ασκήθηκε απέναντι στο μοντέλο αυτό –που οπωσδήποτε συνιστούσε σημαντική πρόοδο σε σύγκριση με το μονοπολιτι-
σμικό– αφορούσε ότι δεν αναγνώριζε τις διακρίσεις, τον ρατσισμό, ως χαρακτηριστικό της κοινωνίας, αλλά αντίθετα περιόριζε μέσα
στην ίδια τους την ομάδα τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι μειονοτικοί μαθητές. Έτσι, όμως, ένα κοινωνικό πρόβλημα μετατρεπό-
ταν σε ατομικό, με συνέπεια να θεωρείται πως ως υπόρρητος σκοπός παρέμενε η αφομοίωση.
Ο σύγχρονος θεωρητικός προβληματισμός, υπερβαίνοντας το τρίπτυχο αφομοίωση – ένταξη – πολιτισμικός πλουραλισμός, στρέφει το
ενδιαφέρον του από την πολιτισμική στην κοινωνική διάσταση, από την έμφαση στις ελλείψεις στο δικαίωμα στη διαφορά. Το μοντέλο
αυτό περιλαμβάνει μια ευρύτερη κλίμακα διακρίσεων, όπως είναι η κοινωνική τάξη και το φύλο
2
. Στο νέο θεωρητικό πλαίσιο ιδιαίτερη
βαρύτητα αποδίδεται:
¢
στην αναγνώριση της ετερότητας
¢
στην κοινωνική συνοχή
¢
στην ισότητα
¢
στην κοινωνική δικαιοσύνη
Στην Ελλάδα, ο επίσημος λόγος υποστήριζε με επιμονή την πολιτισμική και γλωσσική ομοιογένεια της χώρας. Η ελληνική εκπαιδευτική
πολιτική ακολούθησε αρχικά το μοντέλο που εφάρμοσαν οι χώρες υποδοχής μεταναστών, δηλαδή την προσπάθεια αφομοίωσης μέσω
της ομογενοποίησης, με κύριο μοχλό την εθνική γλώσσα. Ωστόσο, οι εξελίξεις, αρχικά με την παλιννόστηση Ελλήνων από χώρες της
πρώην Σοβιετικής Ένωσης και αργότερα με την εγκατάσταση πολλών αλλοδαπών, οδηγούν και στη χώρα μας, από τα μέσα περίπου
της δεκαετίας του ’80, στην εμφάνιση του όρου «διαπολιτισμική εκπαίδευση» και το τοπίο αρχίζει να αλλάζει σταδιακά. Υπό το πρίσμα
αυτό σημειώνονται πλέον προσπάθειες για την ένταξη των παιδιών αυτών και μέσω των ευρωπαϊκών προγραμμάτων για την «εκπαί-
δευση των παλιννοστούντων και αλλοδαπών μαθητών
3
.
1. Οδηγία 77/486/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1977, «περί της σχολικής φοιτήσεως των τέκνων διακινουμένων εργαζομένων».
2. Από τη σκοπιά αυτή είναι χαρακτηριστική η έμφαση στις έννοιες της «διαφοροποίησης» και της «ποικιλομορφίας» (differentiation, diversity), βλ. λ.χ. UNESCO
(2004), Changing Teaching Practices Using Curriculum Differentiation to Respond to Students’ Diversity. Paris: UNESCO. Πβ. και Επιτροπή Ευρωπαϊκών Κοινοτή-
των (2008), Πράσινη Βίβλος. Μετανάστευση και κινητικότητα: προκλήσεις και ευκαιρίες για τα εκπαιδευτικά συστήματα της Ευρώπης, SEC (2008) 2173. Βρυξέλλες:
Ευρωπαϊκή Ένωση.
3. Για μια γενικότερη επισκόπηση της εξέλιξης στη διαπολιτισμική εκπαίδευση και της εκάστοτε ακολουθούμενης πολιτικής βλ. Γκόβαρης, Χρήστος (2001), Εισαγωγή
στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση. Αθήνα: Ατραπός∙ Δαµανάκης, Μιχάλης (2003), Η εκπαίδευση των παλιννοστούντων και αλλοδαπών µαθητών στην Ελλάδα. Αθήνα:
Gutenberg∙ Νικολάου, Γιώργος (2005), Διαπολιτισμική Διδακτική – Το νέο περιβάλλον – Βασικές αρχές. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.